presunto | language (13)
-
βακτήριο ή βακτηρίδιο;
βακτηρίδιο = υποκοριστικό του (ήδη) υποκοριστικού βακτηρίου (όπως λίγο - λιγάκι - λιγουλάκι)
βακτηρίδιο = υποκοριστικό του (ήδη) υποκοριστικού βακτηρίου (όπως λίγο - λιγάκι - λιγουλάκι)